Ο Κουκουλοφόρος φορούσε και κράνος!!!
Ο Ντι κοιτούσε έξω από το γραφείο του στον τρίτο όροφο του γυάλινου κτιρίου της οδούς Κηφισίας το σιδερένιο φίδι να ανηφορίζει
προς τα βόρεια προάστια, η νύχτα του Μαρτίου ήταν βροχερή και πολλοί από αυτούς που ήταν εκεί έξω θα παρακαλούσαν να είναι
οπουδήποτε αλλού εκτός από την κόλαση που είχε δημιουργήσει η βροχή στους δρόμους της Αθήνας.
Η ώρα περνούσε και καθώς τελείωνε κάποια μηνύματα έριξε μία κλεφτή ματιά στο ρολόι του υπολογιστή , «διάολε πότε πέρασε ή ώρα», ψιθύρισε
ενώ ένας δυνατός κεραυνός φώτισε τον σκοτεινό ουρανό και έκανα τα τζάμια να τρίζουν, «πρέπει να φύγω» σκέφτηκε, σηκώθηκε γρήγορα από την καρέκλα του, φόρεσε το παλτό του και σήκωσε τους γιακάδες, «θα κάνει και κρύο εκεί πάνω» μουρμούρισε στον εαυτό του καθώς περίμενε το ανσασερ.
Οδηγούσε νωχελικά στην βροχή και καθώς άφηνε την πόλη πίσω του και τα πρώτα δέντρα έκαναν την εμφάνιση τους στην άκρη του δρόμου ένιωσε μία μεγάλη ικανοποίηση που ήταν και αυτός μέλος της μεγαλύτερης ίσως αδελφότητας στην Ελλάδα, αυτούς πήγαινε να συναντήσει σε κεντρικό ζαχαροπλαστείο των βορείων προαστίων, «άραγε ποιοι θα ήταν σήμερα» αναρωτήθηκε, «με αυτό τον καιρό που να βγουν έξω για καφέ, μόνο για καμία βόλτα off θα μαζεύονταν όλοι πρόθυμοι και ας έριχνε και χιόνι», τέτοιοι ήταν αυτοί που συγκροτούσαν την μεγάλη παρέα ένα μέρος της οποίας περίμενε να βρει στο πατάρι του ζαχαροπλαστείου.
Στο μεταξύ έφτασε στο σημείο συνάντησης, πάρκαρε διακριτικά στον πεζόδρομο σήκωσε πάλι τους γιακάδες και ανέβηκε τα σκαλιά, μπήκε στο σαλόνι έριξε μία γρήγορη ματιά στους πελάτες και άνοιξε την πόρτα που οδηγούσε στο πατάρι όπου και θα γινόταν η συνάντηση, ήταν ήδη κάποιοι εκεί ο ΖΗΡΕΙΑ και ο ΜΩΡΑΙΤΗΣ.
Ή ώρα είχε προχωρήσει και η παρέα μεγάλωνε, κάποιοι που τους φώναζαν Μήτσος, ALEXGV και Johnbig είχαν προστεθεί ενώ ο grvitara έδινε την παραγγελία του στην όμορφη σερβιτόρα που είχε στην της ευθύνη την εξυπηρέτηση της παρέας.
Η συζήτηση είχε ανάψει και οι καφέδες είχαν δώσει την θέση τους σε ποτά πάνω στο τραπέζι, η παρέα έδειχνε ευχαριστημένη, ένα από τα θέματα συζήτησης ήταν η αποστολή του Σαββάτου αλλά και αυτές που είχαν συμμετέχει άλλα μέλη της παρέας.
Η βροχή είχε δυναμώσει και φυσούσε δαιμονισμένα, ο ΜΩΡΑΙΤΗΣ τράβηξε την κουρτίνα και κοίταξε έξω, ξαφνικά μία φιγούρα εμφανίστηκε στο κεφαλόσκαλο του παταριού, όλοι πάγωσαν η συζητήσεις σταμάτησαν, κάποιοι σηκώθηκαν από τις καρέκλες τους ο Ντι έβαλε το χέρι στην εσωτερική τσέπη του τζάκετ του, ήταν εκεί ………………………….
