Το ημερολόγιο του Θεόδωρου, του πρώτου συμπατριώτη μας που αποφάσισε να διασχίσει τον Ατλαντικό και να ρισκάρει τα πάντα για μια καινούργια ζωή. Σαν σήμερα το 1528 πάτησε στη στεριά της Αμερικής...
Το άγαλμα που έχει αναγερθεί προς τιμήν του Θεόδωρου στην πόλη Κλιαργουότερ της Φλόριδα στην Αμερική
17 Ιουνίου 1527
Το καράβι μας πριν λίγο σάλπαρε από το λιμάνι του Σαν Λουκάρ ντε Μπαρεμέδα. Η μέρα όπως όλες οι μέρες του καλοκαιριού στην Ισπανία, είναι ζεστή. Μαζί με τους φίλους που έχουν μαζευτεί στον τόκο μάς αποχαιρετά και ο ήλιος που χάνεται στο γαλήνιο και φλογισμένο ορίζοντα. Ο ίδιος ο καπετάνιος, ο Αδελαντάδος Ντον Παμφίλιο ντε Ναρβαέθ διάλεξε αυτή την ώρα αναχώρησης γιατί όπως μας είπε τον γαλήνευε να βλέπει τον ήλιο να πηγαίνει για ύπνο και τα γλαρόνια να βουτούν στα νερά που γυαλίζουν. Το θεωρούσε καλό οιωνό.
Ξεκινήσαμε για το μεγάλο ταξίδι. Ο βασιλιάς της Ισπανίας, Κάρολος Κουΐντος ανέθεσε στον Αδελαντάδο να κατακτήσει και να διοικήσει της επαρχίες μεταξύ του ποταμού Πάλμας. Όταν άκουσα πριν από 30 περίπου χρόνια ότι ο Κολόμβος ανακάλυψε μια μακρινή γη πέρα από τον Ατλαντικό, όπως όλοι έτσι και εγώ πίστεψα ότι βρήκε τις Ινδίες. Όμως τώρα μόνο αυτός δεν είναι ο προορισμός μας...
Εγώ είμαι ο Θεόδωρος. Με την Ισπανία δεν έχω καμία σχέση, μόνο ερωτική. Έφυγα από την πατρίδα μου την Κρήτη με ένα μπόγο. Οι συγχωριανοί μου με είπαν τυχοδιώκτη. Εγώ με φανταζόμουν ταξιδευτή. Και να 'μαι τώρα σε ένα πλοίο πάνω έτοιμος για ένα ταξίδι που δεν ξέρω που θα με βγάλει. Ναι, είμαι πραγματικός ταξιδευτής.
22 Αυγούστου 1527
Έχουν περάσει σχεδόν δυο μήνες απ' όταν αφήσαμε πίσω μας το λιμάνι του Σαν Λουκάρ. Όλο αυτό τον καιρό το μόνο που βλέπουμε είναι θάλασσα. Απέραντη γαλάζια θάλασσα που σου ζαλίζει το μάτι και σου μαγεύει την καρδιά. Μα υπήρξαν και φουρτούνες που τράνταξαν το καράβι σαν καρυδότσουφλο. Ήμαστε όμως όλοι εκεί και με θάρρος και αποφασιστικότητα σώσαμε το καράβι μας και τις ζωές μας.
14 Απριλίου 1528
Στεριά! Μετά από τόσους μήνες είδαμε στεριά! Ένα τοπίο μαγικό. Μοιάζει με όσα μας έλεγε ο παπα-Μιχάλης στην εκκλησία για τον Κήπο της Εδέμ και τον Παράδεισο. Δέντρα πανύψηλα και καταπράσινα, νερά τόσο κρυστάλλινα που ντρέπεσαι να τ' ακουμπήσεις. Και κάτι ζωάκια μικρά να πηδούν γύρω σου με χέρια και πόδια και μουσούδα έξυπνη σαν ανθρώπου. Ο Αλβάρ Νούνιεθ ο αγελαδοκέφαλος, ο ταμίας μας και χρονικογράφος μας, δεν προλάβαινε να καταγράφει όσα έβλεπε. Και με τι λόγια να τα περιγράψεις όλα αυτά!
27 Νοεμβρίου 1528
Καλά λέγανε οι γέροι του χωριού, ότι η ηρεμία είναι ύπουλη. Μέσα σε μια στιγμή, ο παράδεισος μετατράπηκε σε κόλαση. Ενώ είχαμε ξανοιχτεί πάλι στη θάλασσα, τα σύννεφα μαζεύτηκαν σαν κοράκια πάνω απ' τα κεφάλια μας. Ο άνεμος άρχισε να μπαίνει από κάθε φυράδα του σκαριού μας. Και τότε άρχισε. Μια καταιγίδα που τα μάτια μου τόσα χρόνια δεν είχαν ξαναδεί! Τι ήταν αυτό μας έστειλες Αϊ-Νικόλα μου;
Το καράβι να χορεύει στα νερά σαν να είχε μπει ο διάολος μέσα του κι εμείς απάνω του προσπαθούσαμε να μην βουτήξουμε στη θάλασσα και μας καταπιεί το άγριο κτήνος. Άλλοι με προσευχές κι άλλοι με ξόρκια προσπαθούσαν να σωθούν. Ο Ναρβαέθ ακόμα και με χαστούκια, όταν χρειαζόταν, συνέφερε έναν έναν τους άντρες που είχαν πάθει παράκρουση και τους έβαλε τον καθένα στο πόστο του που είχε ποτίσει απ' τους εμετούς τους. Εγώ, αφού έβγαλα όσα είχα μέσα μου στάθηκα γερά στα πόδια μου και κοίταξα το θεριό στα μάτια. Κι αυτό φοβήθηκε...
Το πλοίο όμως τσακίστηκε σχεδόν από παντού και μείναμε μετέωροι αλλά ζωντανοί μες στην καταιγίδα. Όταν κόπασε η μανία του στοιχειού με τα χίλια ζόρια βγήκαμε στη στεριά. Την άλλη μέρα οι πιο δυνατοί άντρες κινήσαμε να βρούμε ξύλα να φτιάξουμε το καράβι μας απ' την αρχή. Στα δέντρα βρήκα το ρετσίνι που χρησιμοποιούσαμε και στο χωριό για να κολλήσουμε τα μαλλιά των κοριτσιών σαν θέλαμε να γελάσουμε. Μ' αυτό κατράμωσα το πλοίο και ύστερα από τρεις βδομάδες βγήκαμε και πάλι στ' ανοιχτά με νέο σκαρί.
23 Μαΐου 1529
Βολοδέρναμε βδομάδες πολλές μέσα στη θάλασσα και το νερό μας τελείωσε. Σχεδόν αφυδατωμένοι πιάσαμε μια στεριά και πριν από λίγο τους είδαμε. Ψηλοί, σκούροι πολύ, με δέρματα εκεί που κρέμονται τα απόκρυφά τους και γύρω απ' το λαιμό και στολισμένοι με πολύχρωμα φτερά. Όπως ακριβώς τους είχε περιγράψει ο Κολόμβος. Και όπως τον είχαν μαγέψει. Είναι η μόνη μας ελπίδα να βρούμε νερό της προκοπής σε αυτό τον αχανή τόπο με τη ζούγκλα να σε καλύπτει από παντού. Πλησίασαν διστακτικοί αλλά με θάρρος στο μάτι. Και οι δικοί μας δεν πάνε πίσω. Φοβάται ο Γιάννης το θεριό και το θεριό το Γιάννη. Κάποιος παλιός που ήξερε πολλά γι' αυτούς μίλησε με νοήματα μαζί τους και συμφώνησαν να μας φέρουν νερό σε δοχεία που θα τους δώσουμε εμείς. Πρέπει όμως να πάει κάποιος μαζί τους. Κανείς δεν θέλει. Ας πάει στα τσακίδια. Θα πάω εγώ! Τι θα μου κάνουν πια! Θα μου κόψουν το κεφάλι; Δεν πάνε να λένε οι άλλοι ό, τι θέλουν. Είμαι αγύριστο κεφάλι, ψηλορίτικο εγώ. Θα πάω. Φαίνονται πιο τίμιοι απ' τα τσιράκια του βασιλιά πίσω στην Ισπανία. Θα κατέβω. Αφήνουν πίσω τους εξάλλου δυο δικούς τους για εγγύηση. Ήρθα για το ταξίδι και θα ταξιδέψω...
------------------------------------
Ένας πρώτος χάρτης του «Νέου Κόσμου»
Εδώ, οι λιγοστές σελίδες που σώθηκαν από το ημερολόγιο του Θεόδωρου σταματούν για πάντα. Ο Αλβάρ που έγραφε την ιστορία του ταξιδιού, αναφέρει ότι οι ιθαγενείς γύρισαν το βράδυ χωρίς νερό και χωρίς τον Θεόδωρο. Όλοι κλάψανε γι' αυτόν τον θαρραλέο Έλληνα και πίστεψαν ότι έγινε γεύμα γι' αυτά τα αποβράσματα, τους ιθαγενείς.
Χρόνια μετά, ένας ναύτης του καραβιού του Αδελαντάδο Ντον Παμφίλιο ντε Ναρβαέθ, ο Χερνάδες ντε Σότο, πέρασε από ένα μέρος πλούσιο με καλαμπόκια. Οι Ινδιάνοι που συνάντησε τον υποδέχτηκαν πολύ φιλικά και του προσέφεραν το φυτό τους με περίτεχνους τρόπους μαγειρεμένο. Ήξεραν να μιλούν αρκετά καλά ισπανικά. Ο Ντε Σότο, τους ρώτησε ποιος τους είχε μάθει την γλώσσα.Αυτοί τον οδήγησαν σε έναν Ινδιάνο ανάμεσά τους ντυμένο με δέρματα και κατάλευκα φτερά, ενώ τον σύστησαν: «Nuestro professor, Theodoros el Christiano»...
Πηγή
http://www.aek365.gr