
Με το πέρας της επισκευής, ο Κατσώνης απο ένα λάθος χειρισμό του πληρώματος, βυθίζετε στο λιμάνι του Πόρτ Σουδάν. Ο Λάσκος επιμένει, ανελκύουν το υποβρύχιο , το επισκευάζει και ξεκινάει τις περιπολίες και τις επιδρομές στην Μεσόγειο.
12 Σεπτεμβρίου 1943....ο Κατσώνης περιπολεί στον τομέα Σκιάθου - Πηλίου, Ενα καίκι Ικαριώτικο που στην αρχή δεν σταματάει στα σήματα του υποβρυχίου, αλλά μετά απο προειδοποιητικές βολές αναγκάζεται να σταματήσει, δίνει την πληροφορία οτι έρχεται πίσω τους ένα μεγάλο πλοίο με Βουλγαρικό Στρατό ο οποίος θα αντικαθιστούσε τις Ιταλικές φρουρές σε Σάμο, Χίο Μυτιλήνη..παρά τις αντιρρήσεις των αξιωματικών του, ο Λάσκος αφήνει το καΐκι και το πλήρωμα. Ποτέ δεν θα μαθευτεί σίγουρα εαν το πλήρωμα ήταν δωσίλογοι


Την νύχτα της 13ης προς 14 Σεπτεμβρίου, σε ανάδυση για να γεμίσει τις μπαταρίες εντοπίζει πλοίο αλλά δυστυχώς δεν είναι το φορτηγό αλλά Γερμανικό πολεμικό { και κατά τραγική σύμπτωση πρώην πλοίο του Β.Ν. το οποίο είχαν καταλάβει και μετασκευάσει οι Γερμανοί } το οποίο με το ραντάρ του έχει εντοπίσει το υποβρύχιο. Καταδύονται άμεσα, αλλά είναι ήδη αργά.Οι βόμβες βυθού προκαλούν τεράστιες καταστροφές, το μισό πλήρωμα είναι ήδη νεκρό και το άλλο μισό εαν δεν αναδυθούν άμεσα θα πεθάνει απο τις αναθυμιάσεις των μπαταριών που έχουν καταστραφεί. Και διατάζει ανάδυση.
Αλλά αντί να παραδοθεί, διατάζει ¨Γενική εκδίωξις! εξόρμησης πυροβόλου !
Απο εδώ και πέρα, αντιγράφω απο το εξαιρετικό έργο του Καραγάτση " Βασίλης Λάσκος " των εκδόσεων της Εστίας ένα βιβλίο που κάθε Έλληνας θα πρέπει να έχει στο σπίτι του για να καταλάβει το πνεύμα των ηρώων αυτού του ευλογημένου τόπου

" Ο Γερμανός ξαφνιάζεται..αλλά όχι για πολύ . Χίμηξε ολοταχώς προς τον αντίπαλο ανοίγοντας πυρ με όλα του τα όπλα.Οι πρώτες ριπές θερίζουν την ομοχειρία του Κατσώνη. Ο Τρουπάκης και άλλοι έξι άντρες κοίτονται νεκροί στην κουβέρτα. Απόμεινε μόνο ο υποκελευστής Αντωνίου , ο πρώτος γεμιστής που για μιά στιγμή σάστισε. Εξαφνα ακούει μιά φωνή δίπλα του . Σκόπευε και ρίχνε! θα σου δίνω εγώ βλήματα! Ηταν ο Λάσκος.Είχε πηδήξει απο την γέφυρα πλαί στο κανόνι ανάμεσα στους νεκρούς της ομοχειρίας.Επαιρνε βλήματα , γέμιζε το κανόνι ασφάλιζε το κλείστρο ενώ ο Αντωνίου σκόπευε και έριχνε........Και ερχόταν καταπάνω τους ο Γερμανός....φωτοστόλιστος απο τα πολύχρωμα τροχιοδεικτικά που ξερνούσαν
κατά χιλιάδες τα πολυβόλα του..Κουράγιο βρε Αντωνίου και τους φάγαμε..Απο κουράγιο άλλο καλό.Ο Αντωνίου σημαδεύει, ρίχνει. Απο εκεί γυρνάει να πάρει απο το χέρι του Λάσκου άλλη οβίδα. Αλλα δεν τον βλέπει να στέκεται δίπλα του. Κοιτάει χάμω. Και τον αντικρίζει ξαπλωμένο ανάσκελα να κοιτάει τον ουρανό με τα ανοιχτά του μάτια.Μιά ριπή είχε γαζώσει το αντρίκιο του στήθος. Και έπεσε νεκρός πάνω στο καράβι του, δίπλα στο κανόνι του. Το μεγάλο και υποσυνείδητο όνειρο της ζωής του είχε εκπληρωθεί...Ο Βασίλης Λάσκος πέθανε πολεμώντας.
Και τα κόκκαλα του είναι μπλεγμένα στα φύκια του βυθού, ανάμεσα Πήλιο και Σκιάθο. Και τα μοιρολογούν τις αφέγγαρες νύχτες οι φώκιες που έχουν τα λημέρια τους στις θαλασσινές σπηλιές εκείνης της ακρογιαλιάς. Τους " ύπνους ¨όπως λέει ο Ομηρος.