Σε μια σκληρή εποχή σαν τη σημερινή, οι δυσκολίες που αντιμετωπίζει ο καθένας φαντάζουν μερικές φορές ανυπέρβλητες!
Υπάρχουν όμως στιγμές που η παροιμία "κάποιος παραπονιόταν που δεν είχε παπούτσια, μέχρι που είδε κάποιον που δεν είχε πόδια" γίνεται πραγματικότητα!
Διαβάστε την συγκλονιστική ιστορία ενός ανθρώπου χωρίς ταυτότητα!
Το όνομά του είναι Ντομενίκ Νικολά. Γεννήθηκε πριν από τριάντα τρία χρόνια στην πόλη Σφαξ της Τυνησίας. Από πατέρα Αραβα χριστιανό και μητέρα Γαλλίδα. Γεννήθηκε στο σπίτι του πατέρα του και δεν δηλώθηκε καν στο νοσοκομείο.
Τη στιγμή που μας αφηγείται την ιστορία του βρίσκεται στον Κορυδαλλό. Εχει καταδικαστεί για χρήση ναρκωτικών και έλλειψη ταξιδιωτικών εγγράφων. Είναι πρώην τοξικομανής.
Εχει ήδη εκτίσει την ποινή του αλλά παραμένει στη φυλακή. Δεν βρίσκουν χώρα για να τον απελάσουν. Ο Ντομενίκ είναι ένας άνθρωπος που δεν υπάρχει πουθενά στα χαρτιά...
"ΜΕ ΛΕΝΕ Ντομενίκ Νικολά... Εχω μεγάλη δυσκολία να θυμηθώ τη ζωή μου. Είχα πολύ δύσκολη ζωή. Τα περισσότερα που θυμάμαι είναι θολά, πολύ θολά... Εχω μεγάλα προβλήματα με τη μνήμη μου... Γεννήθηκα στην πόλη Σφαξ της Τυνησίας τον Ιανουάριο του 1977. Ο πατέρας μου λέγεται Ζοσέφ και είναι Τυνήσιος. Η μητέρα μου, Ιζαμπέλ Νικολά, είναι Γαλλίδα. Δεν ξέρω πώς και πού γνωρίστηκαν στην Τυνησία. Ξέρω ότι δεν γεννήθηκα στο νοσοκομείο αλλά στο σπίτι του πατέρα μου. Δεν δηλώθηκα πουθενά ότι ήρθα σε αυτό τον κόσμο. Δεν γράφτηκε σε κανένα έγγραφο... Η μητέρα μου με εγκατέλειψε στην Τυνησία και επέστρεψε στη Γαλλία... Θυμάμαι τον πατέρα μου, έναν ψηλό όμορφο άνδρα με γαλάζια μάτια. Πέθανε όταν ήμουν επτά χρονών... Μεγάλωσα με τη γιαγιά μου σε ένα πολύ φτωχό σπίτι, όπου δεν υπήρχε καν κρεβάτι... Δούλευα ως βοηθός μπογιατζής από τα επτά μου. Το αφεντικό μου, μου έδινε λίγα λεφτά και πολλές σφαλιάρες... Μια φορά με ξυλοκόπησαν οι ισλαμιστές, γιατί με είδαν να μπαίνω σε εκκλησία. Ημουν δεκατριών χρονών. Εχω ακόμα τα σημάδια της κακοποίησης στο σώμα μου...
ΗΘΕΛΑ πάντα να βρω τη μητέρα μου. Ηξερα μόνο το όνομα, είχα επίσης τη διεύθυνση και το τηλέφωνό της... Δεν ήρθε ποτέ να με δει στην Τυνησία... Οταν έγινα δεκατεσσάρων χρονών μπήκα κρυφά σε ένα γαλλικό καράβι στο λιμάνι της Τύνιδας. Κρύφτηκα κάτω από ένα φορτηγό. Το ταξίδι διήρκεσε μέρες και κόντεψα να πεθάνω από την πείνα και τη δίψα. Εφτασα στο λιμάνι της Μασσαλίας σχεδόν λιπόθυμος... Βρήκα τη μητέρα μου ύστερα από δέκα ημέρες περιπλάνησης στους δρόμους... Εκείνη έπαθε σοκ και έκλαψε πολύ όταν με είδε. Πήγαμε στο σπίτι της, στη Rue des Τombades, κοντά στην «Αγορά του Ηλιου». Εκεί βρήκα άλλα τρία παιδιά της μητέρας μου, με διαφορετικούς πατέρες. Ηταν ξανθά και τα τρία ενώ εγώ μελαψός. Τα άλλα παιδιά δεν με ήθελαν. Εμένα όμως δεν με ένοιαζε. Οταν βρήκα τη μητέρα μου ήταν σαν να βρήκα τον παράδεισο... Η μητέρα μου ήταν μια όμορφη γυναίκα, με ξανθά μακριά μαλλιά, πολύ νευρική, έπινε και κάπνιζε συνέχεια. Τη νύχτα έλειπε από το σπίτι. Ερχόταν πάντα μεθυσμένη το πρωί. Υστερα από καιρό κατάλαβα ότι δούλευε σε νυχτερινά μπαρ... Οι γονείς μου μού έκαναν μεγάλο κακό. Η μητέρα μου με εγκατέλειψε στην Τυνησία και όταν τη βρήκα στη Γαλλία ποτέ δεν φρόντισε να αποκτήσω χαρτιά... Στη Μασσαλία δούλευα μπογιατζής. Μια μέρα, επειδή έβρεχε, επέστρεψα στο σπίτι νωρίς... Βρέθηκα μπροστά σε μια φρικτή σκηνή... Η μητέρα μου είχε φέρει «πελάτες» από το μπαρ στο σπίτι... Οταν με είδε, κάλυψε το πρόσωπό της και άρχισε να κλαίει με αναφιλητά... Εβαλα λίγα ρούχα σε μια τσάντα πλάτης και έφυγα τρέχοντας... Ηθελα να φύγω, δεν ήξερα πού... Αυτό συνέβη το 1997... Εκοψα εισιτήριο για το τρένο και κατέληξα στο Μιλάνο... Δεν γίνονταν έλεγχοι στα σύνορα επειδή το τρένο ερχόταν από τη Γαλλία... Τις πρώτες ημέρες στο Μιλάνο κοιμόμουν σε ένα νεκροταφείο αυτοκινήτων στα περίχωρα της πόλης... Σε μια πλατεία, κοντά στον σταθμό του τρένου, όπου έβγαινα για δουλειά, γνώρισα κάποιους τυνήσιους μετανάστες που πούλαγαν ναρκωτικά... Μου έδωσαν να δοκιμάσω δωρεάν... Για να είμαι ειλικρινής όταν πήρα για πρώτη φορά κοκαΐνη, ήταν η πρώτη φορά στη ζωή μου που ένιωσα καλά... Η πρώτη φορά που ένιωσα ότι είμαι κάποιος...
ΣΤΟ ΜΙΛΑΝΟ έγινα τοξικομανής και λαντζιέρης... Επλενα πιάτα σε ένα σύγχρονο μπαρ, «Chameau» το έλεγαν... Στην πιάτσα των ναρκωτικών, ένα βράδυ, γνώρισα μια όμορφη κοπέλα, ντυμένη στα μαύρα. Μαύρη μπλούζα, μαύρη φούστα, μαύρο καπέλο... Ηταν Ελληνίδα και σπούδαζε οικονομικά στο Μιλάνο. Ηταν η πρώτη φορά στη ζωή μου που η καρδιά μου χτύπησε... Δεν είχα ποτέ ερωτευτεί, δεν είχα κάνει έρωτα με γυναίκα μέχρι τότε... Αγαπώ τις γυναίκες αλλά δεν τις εμπιστεύομαι... Μου θυμίζουν τη μητέρα μου... Ερωτεύτηκα την Ε. και εκείνη ερωτεύτηκε εμένα. Ηταν ο πρώτος άνθρωπος που ενδιαφέρθηκε για μένα. Ο πρώτος άνθρωπος που άκουσε την ιστορία μου. Ο πρώτος άνθρωπος που με αγάπησε πραγματικά... Ηθελα να της δώσω όλη τη δύναμή μου... Ζήσαμε με την Ε. στο Μιλάνο, σε μια γκαρσονιέρα, μέχρι το 2001. Τότε αποφασίσαμε να πάμε μαζί στην Ελλάδα... Ετσι βρέθηκα στην Αθήνα... Ηρθαμε με καράβι από την Αγκώνα επειδή με αεροπλάνο δεν μπορούσα να ταξιδέψω γιατί δεν είχα χαρτιά... Οταν φθάσαμε στην Αθήνα η Ε. με παρουσίασε στους γονείς της. Ηταν συνταξιούχοι, πολύ καλοί άνθρωποι, δεν ήταν ρατσιστές... Με την Ε. μέναμε σε μια γκαρσονιέρα στο Μοναστηράκι... Εγώ έπιασα δουλειά ως μπογιατζής. Τότε γνώρισα έναν τύπο που μου είπε ότι μπορεί να μου βγάλει μια πλαστή γαλλική ταυτότητα με 80 ευρώ... Για πρώτη φορά στη ζωή μου απέκτησα μια ταυτότητα με το όνομά μου... Για τον νόμο ήταν πλαστή, για μένα ήταν αληθινή...
Με την Ε. κάναμε σχέδια για οικογένεια και παιδιά. Προσπαθήσαμε να ξεκόψουμε από τα ναρκωτικά. Πήγαμε στον ψυχίατρο, πήραμε φάρμακα. Μια τα κόβαμε, μια τα ξαναρχίζαμε... Τον Ιανουάριο του 2008 με συνέλαβαν στην Ομόνοια ενώ αγόραζα πέντε γραμμάρια ηρωίνης... Αυτοί που μου το πούλησαν, δύο μαύροι ήταν, έτρεξαν μόλις είδαν την αστυνομία. Εμένα με πήγαν στο Α.Τ. της Ομόνοιας...
Ξύπνησα στο νοσοκομείο αιμόφυρτος και με σπασμένα πλευρά... Θυμάμαι ότι με χτυπούσαν στο κεφάλι με αρβύλες... Δεν καταλαβαίνω, γιατί; Εκανα κάτι παράνομο, να με συλλάβουν, να με πάνε δικαστήριο, να πληρώσω γι΄ αυτό, γιατί να με βασανίζουν; Μετά τον ξυλοδαρμό έχω σοβαρότερα προβλήματα με τη μνήμη μου... Καταδικάστηκα δύο χρόνια και έξι μήνες για χρήση ναρκωτικών και παράνομη είσοδο και παραμονή στην Ελλάδα... Η Ε. δεν ξέρει καν ότι βρίσκομαι στη φυλακή. Δεν την αναζήτησα, δεν ήθελα να την μπλέξω σε αυτή την ιστορία... Εχω ήδη εκτίσει την ποινή μου... Δεν υπάρχει χώρα όμως να με απελάσουν... Δεν υπάρχω πουθενά. Η μητέρα μου πέθανε όταν βρισκόμουν στο ψυχιατρείο της φυλακής. Πέθανε από καρκίνο του μαστού...
Μιλούσαμε στο τηλέφωνο και έκλαιγε, έκλαιγε, έκλαιγε... Είπα προηγουμένως ότι δεν αγαπώ τη μητέρα μου... Δεν είναι αλήθεια. Την αγαπώ αν και μου έκανε μεγάλο κακό... Από τη φυλακή με πήγαν στην πρεσβεία της Γαλλίας και εκεί είπαν ότι θα μπορούσα να είμαι Γάλλος, αλλά δεν είμαι γιατί δεν υπάρχω στα χαρτιά. Με πήγαν μετά στην πρεσβεία της Τυνησίας. Και εκεί είπαν τα ίδια... Παραμένω στη φυλακή αν και έχω εκτίσει την ποινή μου... Εχω κάνει απεργίες πείνας για να με βγάλουν έξω... Είμαι ειρηνικός άνθρωπος αλλά όταν σκέφτομαι ότι μπορεί να πεθάνω στη φυλακή με πιάνει τρέλα, δεν θέλω πια να ζήσω... Εγώ πλήρωσα για τα λάθη μου, δεν φταίω όμως επειδή οι γονείς μου με άφησαν χωρίς πατρίδα... Ελπίζω κάποια χώρα να με δεχτεί... Θέλω να μου δώσουν μια ευκαιρία να ζήσω έξω από την κόλαση της φυλακής..."
Του ΓΚΑΖΜΕΝΤ ΚΑΠΛΑΝΙ
Πηγή: ΤΑ ΝΕΑ 7/8